Πέμπτη 28 Απριλίου 2011

Η εκδίκηση των μύθων

"Ηταν σαν σήμερα πριν από εβδομήντα χρόνια, 
όταν η Βέρμαχτ έμπαινε στην Αθήνα. 
Ηταν Κυριακή του Θωμά, 
η μέρα που ενέπνευσε και 
τη «Συννεφιασμένη Κυριακή», 
το μέγα τραγούδι του Τσιτσάνη. 
Κυρίως όμως, ήταν η μέρα 
που ο εύζωνας φρουρός της Ακρόπολης, 
ο Κωνσταντίνος Κουκίδης, 
δεν άντεξε την ντροπή της παράδοσης του Ιερού Βράχου 
στο Γερμανό αξιωματικό και, 
αντί να υποστείλει την ελληνική σημαία 
για να την παραδώσει, 
όπως τον είχε διατάξει 
ο διοικητής της γερμανικής φρουράς, 
την υποστέλλει τραγουδώντας μόνος 
μπροστά στους Γερμανούς τον εθνικό ύμνο, 
τυλίγει με αυτή το σώμα του 
και αυτοκτονεί πέφτοντας στο κενό".

-Γεώργιος Π. Μαλούχος, 
εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 
φύλλο 27ης Απριλίου 2011


ΟΙ απαντήσεις καταιγιστικές: από κραυγές μισαλλοδοξίας περί αχαλίνωτου εθνικισμού, ύβρεις, μέχρι δημόσιες τοποθετήσεις Αριστερών και γνωστών Φιλελεύθερων, οι οποίοι με "σημαία" παλαιότερο άρθρο του "Ιού" της Ελευθεροτυπίας (παρατίθεται στην ενότητα ΣΧΕΤΙΚΟΙ ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ), κραυγάζουν: "δεν υπήρξε".

Ο λόγος που με ενοχλούν αυτές οι κραυγές δεν είναι ούτε ιστορικός, ούτε φιλαληθής, αν και για να είμαι ειλικρινής το δημοσίευμα του "ΙΟΥ" δεν με πείθει ιδιαίτερα: είναι πρώτα και κύρια κοινωνικός. Όσο, και όπου υπάρχουν άνθρωποι έχουν ανάγκη τόσο από ήρωες, όσο και από μύθους ιδανικών. Αυτά τα ιδανικά θα δουν ενσαρκωμένα ως παραδείγματα προς μίμηση, ώστε τα ιδανικά να αντιπαρέλθουν την αδυναμία του ανθρώπου να εναγκαλιστεί την έννοια γυμνή απο το υλικό σημείο αναφοράς. Τρανότερο όλων μυθικό παράδειγμα προς μίμηση άλλωστε είναι ο Θεός, που στις περισσότερες κοινωνίες χρειάστηκε να ενδυθεί το φθαρτό σαρκίο, παρά τη θρυλούμενη παντοδυναμία του, για να καθιερωθεί.

Τι διαφορετικό λοιπόν έχει ένας ήρωας από τη τεκμηριωμένη ηθικοπλαστική διαλεκτική; Γιατί αυτή η τελευταία δεν αρκεί να εμπνεύσει τα ιδανικά που φέρει; Η απάντηση αφορά την υλική διάσταση του ανθρώπου & το εφικτό του αποτελέσματος. Μας το μαρτυρά άλλωστε το μεγαλύτερο -αν και πολλοί υποψιάζονται, ηθελημένο- λάθος των θρησκειών, που ενώ ενσάρκωσαν τον Θεό τους, τον εξειδανίκευσαν τόσο πολύ, ώστε τελικά, τον απομείωσαν σε διαλεκτικό παράδειγμα απο υλική πραγματικότητα, παρέχοντας στους πιστούς Του τη δικαιολογία ότι μπορούν να Τον μιμηθούν "μέχρις ενός σημείου" εν τη ατέλεια τους, οδηγώντας βεβαίως τις θρησκείες να διαδοθούν πέραν των Αδύτων και των τάξεων των μυστών.

Δεν μας αρέσει η ιδέα, όμως η ανθρωπότητα βρίσκεται ακόμη στάδιο ταυτοποίησης του εαυτού μας ως υλικό "εγώ" και αρχίζουμε να εξερευνούμε τη πιθανότητα ύπαρξης μιας άλλης μορφής ενότητας του ΕΓΩ με το ΕΜΕΙΣ, πέραν της υλικότητας μας, συνήθως έχοντας την ανάγκη μιας διαμεσολάβησης ενός τρίτου τόπου, είτε αυτό λέγεται συλλογικό ασυνείδητο, είτε λέγεται Θεός, είτε λέγεται "παράδειγμα προς μίμηση". Βρισκόμαστε μακρυά από την υπέρβαση του υλικού εαυτού, πράγμα που αντικατοπτρίζεται έντονα ακόμη και στις θρησκείες ή φιλοσοφικές ρητορείες περί υπέρβασης του υλικού, αφού σε κάθε "υπέρβαση" το υλικό και όχι το πνευματικό μέρος αποτελεί σημείο αναφοράς! Συνεπώς κάθε "άλλος εαυτός" οφείλει να είναι εξίσου υλικός με εμάς, ώστε να τον πάρουμε σοβαρά, καθότι ο εγγύτερος παραλληλισμός με Υψηλά Ιδανικά που τείνουμε να κάνουμε είναι μάλλον ο "κόσμος" της διανοίας, το εικονικό εργαστήρι των ημι-συνειδητοποιμένων αξιών που υλοποιούμε σε παραδείγματα, ώστε να εμπεδώσουμε εμείς οι ίδιοι.

Επιπλέον, η ενσάρκωση ενός σύνθετου ιδανικού -ο Πατριωτισμός αν αποπειραθεί κανείς να το αναλύσει στους βασικούς του όρους είναι ένα, εν πολλοίς, σύνθετο ιδανικό- παρέχει την εγγύηση του εφικτού. "Είναι εφικτό να επιτευχθεί διότι έχει ξαναγίνει".

Συνεπώς δεν έχει ιδιαίτερη σημασία αν λεγόταν "Κουκίδης", αν τυλίχτηκε με τη σημαία, αν τραγούδησε πράγματι τον Εθνικό Ύμνο (να 'ταν άραγε καλλίφωνος ή έκανε κανέναν φάλτσο;). Παρομοίως, δεν έχει σημασία αν ο χορός των Σουλιωτισσών ήταν τσάμικο ή βαλς, αν στην "έξοδο του Μεσολογγίου" οι άνθρωποι στη πραγματικότητα ήταν τόσο απελπισμένοι, που σκεπτόμενοι ότι πια δεν έχουν τίποτα να χάσουν προτίμησαν να πεθάνουν λιγότερο μαρτυρικά και όχι να γίνουν ήρωες για τους μεταγενέστερους, αν οι Σπαρτιάτες ήταν 300 ή αντίθετα αν μαζί με τους Θεσπιείς και γειτονικά φύλα έφταναν τους 700 ή τους 1200, αν κάποιοι ήρωες του '21 ήταν κατά βάθος πλιατσικολόγοι, αν ο Byron ήταν αμφίφυλοφιλος, ή αν οι μισοί φιλόσοφοι και ρήτορες της Αρχαίας Αθήνας ήταν ομοφυλόφιλοι. Σημασία έχει η υλοποίηση των ιδανικών, γιατί είναι βέβαιο ότι και πριν και μετά την 27η Απριλίου του 1941, πολλοί Κουκίδηδες που δεν θα μάθουμε ποτέ γι' αυτούς έκαναν πράξεις -ακόμα και μικρές ή ιδιοτελείς στη πραγματικότητα, για ένα κορίτσι ή αγόρι, για τα παιδιά τους, για τον υπαρκτό ή ανύπαρκτο Θεό, για λόγους υστεροφημίας, απο εγωισμό ευρισκόμενοι αν και απέλπιδες, και για μυριάδες άλλους καθόλου "ιδανικούς" λόγους- οι οποίες υπέρβηκαν τον υλικό εαυτό τους, ακόμη και την ισχυρότερη αυτή επιταγή του ανθρώπου, το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, διότι εμπνεύστηκαν από παραδείγματα, διότι εναγκαλίστηκαν με ιδανικά.

Δεν πειράζει λοιπόν τόσο πολύ να τιμούμε έναν Κουκίδη, ακόμη κι αν σπεύδουν οι Εθνικιστές να τον  κάνουν "σημαία": έτσι κι αλλοιώς ο Κουκίδης δεν είχε κομματική ταυτότητα (κι ίσως, εδώ που τα λέμε, αυτό να ήταν το μεγαλύτερο μειονέκτημα του). Ο χώρος αυτός ισχυρίζεται ότι τα ιδανικά του γέννησαν έναν Κουκίδη, όταν στη πραγματικότητα, και αυτοί, όπως και οι παπάδες, το μόνο που θέλουν να δείξουν είναι το εφικτό του να είναι κανείς Κουκίδης. Η αποκαθήλωση όμως του κάθε Κουκίδη, η αναίρεση του "ιδανικού ήρωα" μέσα από τρυφηλές λεπτομέρειες της υλικής του υπόστασης, η ταπείνωση του εφόσον δεν ήταν star εκτός από ήρωας, όπως έλαχε π.χ. στον Μπελογιάννη να είναι, στη πραγματικότητα, λίγη σημασία έχει αν αποκαθιστά την ιστορική αλήθεια. Στη πραγματικότητα, τη καταβυθίζει στα τάρταρα και τη λησμονιά, διότι στο πρόσωπο του Κουκίδη μπορούμε πραγματικά να τιμήσουμε τον "άγνωστο στρατιώτη", ο οποίος άγνωστος στρατιώτης επειδή δεν έχει "πρόσωπο" και ονοματεπώνυμο  ΠΟΤΕ δεν θα ανυψωθεί σε ουσιαστικότερο παράδειγμα απ' ό,τι π.χ. ο "αγαθός Θεός".

Ειλικρινά με εξοργίζει η στάση και των δύο πολιτικών χώρων που προανέφερα, όχι επειδή διαφωνώ ιδεολογικά μαζί τους, αλλά ακριβώς επειδή -μερικώς έστω- συμφωνώ, και όχι για την φιλαλήθη στάση τους (που καθόλου δεν με πείθει εν προκειμένω) αλλά για τοντρόπο και τη νοοτροπία τους, που είναι σοβαρά υπεύθυνες για το κατάντημα της κοινωνίας μας.  Με ενοχλεί η αδυναμία και των δύο χώρων να αντιληφθούν τη τραγική πραγματικότητα: ανδρωνόμαστε σε μία κοινωνία στερημένη από κάθε ιδανικό και αξία που να θεωρούμε εφικτή για τον εαυτό μας, γεγονός που οδηγεί η τη κοινωνία σε απαισιοδοξία μπροστά στις δυσκολίες, σε μεμψιμοιρία, σε απελπισία και συντριβή. Τα υψηλά ιδανικά είναι για τα βιβλία -τα οποια πλέον ΔΕΝ διαβάζουμε- και όσοι πιστεύουν σε αυτά καταγέλαστοι & γραφικοί. Η "κοινωνική συνοχή" είναι πολιτική έκφραση των Φιλελεύθερων και πάντα αναφέρεται ως "χαμένη", η αγάπη είναι υστερόβουλη (υπάρχουν τόσα παραδείγματα άλλωστε) αλλά αναφέρεται ως συχνά ως "αγνή", "αμόλυντη", κλπ. (πτωχευμένη από παραδείγματα πια, γιατί τα σκότωσαν η σύγχρονη ψυχολογία & η αριστερόστροφη κοινωνιολογία), ο πατριωτισμός είναι ντεμοντέ ή συνώνυμο της στενομυαλιάς της ακροδεξιάς και των εθνικιστών, στους οποίους η Αριστερά τη χάρισε αμαχητί, ξεχνώντας βολικά ότι το "βουνό" εναγκαλίστηκε τη σημαία του διεθνισμού μονάχα στους μύθους της σοβιετικής προπαγάνδας, πολύ αργότερα, όταν αυτή θέλησε να κατασκευάσει τους δικούς της ήρωες - παραδείγματα προς μίμηση, ενώ στη πραγματικότητα οι αγωνιστές του μάχονταν για την "πατρίδα" πρώτα και κύρια.

Οι μισαλλόδοξοι Αριστεροί θέλουν κάθε ήρωα αριστερό και κάθε απαξία ενσαρκωμένη σε καθέναν μη Αριστερό, οι Φιλελεύθεροι θυσιάζουν στον βωμό ενός "παρεξηγημένου" Realpolitik κάθε ενσαρκωμένο παράδειγμα, θεωρώντας ότι έτσι, απελευθερωμένοι από βάρη του παρελθόντος, θα παραμείνουν φορείς των αξιών της νέας εποχής. Και οι δύο αγνοούν, εδώ και αρκετά χρόνια -με τραγικές κοινωνικές συνέπειες που κάνουν την εμφάνιση τους έντονα τη τελευταία δεκαετία σε παγκόσμια κλίμακα- τη δύναμη του παραδείγματος, την ανάγκη για υλικότητα του ιδανικού, τους χιλιάδες ανώνυμους Κουκίδηδες που ποτέ δεν θα βρουν μιμητές όσο συστηματοποιούνται σε ανώνυμες αξίες σε επιστημολογικά εγχειρίδια και κοινωνιολογικές αναλύσεις. Αναρωτιόνται οι μεν, γιατί φορείς των αξιών των δε, επιτίθενται στον "Άγνωστο Στρατιώτη" στις διαδηλώσεις! Μα επειδή είναι άγνωστος! Είναι μονάχα κάτι μάρμαρα που μοιάζουν πολύ ψυχρά και κλασσικά για να τα εναγκαλιστούμε! Είναι εύκολο όταν είσαι 20 χρονών να απορρίψεις τα μαθήματα ιστορίας, είναι κάπως δυσκολότερο να μην νιώσεις έστω και λίγη συμπόνοια ή προβληματισμό, για τη στάση ενός άλλου 20χρονου, 70 χρόνια πριν, που αντί να χωθεί κλαίγοντας απο τη ταπείνωση στην αγκαλιά της κοπέλας του το ίδιο βράδυ, αυτοκτόνησε, όχι για τον εαυτό του, ούτε καν για το πανί με το οποίο φέρεται να τυλίχτηκε, αλλά, "αγκαλιά" με κάποιες αξίες που θα πρέπει να σκεφτείς και λίγο για να συλλάβεις. Ετσι, μπορεί να τις θυμάσαι, αφού πλέον δεν θα αποτελούν "νεκρό γράμμα", ακόμα κι αν επιλέξεις να τις απορρίψεις.

Εν κατακλείδι, ναι, πρέπει να υπάρχει ιστορική αμφισβήτηση στην υπηρεσία της αλήθειας. Αυτό που δεν δικαιολογώ όμως με τίποτα είναι τη συντεταγμένη προσπάθεια καταρράκωσης κάθε ενσαρκωμένου ιδανικού, ένθεν κακείθεν. Εξάλλου, υπήρξαν κάποιοι Κουκίδηδες. μπορεί να μη φορούσαν φουστανέλα ή να μην πήδηξαν από την Ακρόπολη αγκαλιά με την ελληνική σημαία. Το βέβαιο όμως είναι ότι αποκαθηλώνοντας τους αποϋλοποιούμε τον μύθο, και αποϋλοποιώντας τον μύθο, υποτασσόμαστε στο βαθύ χάσμα που διαχωρίζει το θεωρητικό από το πρακτικό, το ιδανικό από το εφικτό, το εξαιρετικό από τη καθημερινότητα, το υλικό από το υπερβατικό, το προσωπικό από το κοινωνικό, και καταντούμε ολοένα και περισσότερο μια μίζερη κοινωνία συντεταγμένων φιλοτομαριστών, που αγνοούν ότι η προσωπική τους ευδοκίμηση διέρχεται τον δρόμο που ανοίγει η κοινωνική ευρωστία. Είναι σχετικά εύκολο να καταρρακώσεις έναν μύθο, είναι αδύνατο να ξεφύγεις από την εκδίκηση του, γιατί την ενσαρκώνεις. 


ΣΧΕΤΙΚΟΙ ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ

ΤΟ ΒΗΜΑ | Ακρόπολη, 27 Απριλίου 1941. 
Ποιος θυμάται τον Κουκίδη;
ΕΔΩ

ΙΟΣ | ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΟΥΚΙΔΗΣ 
- Ο ήρωας - φάντασμα
ΕΔΩ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου