Τρια πουλάκια κάθονταν (στο μαρμάρινο ανδριάντα του Παλαμα στην Ακαδημίας στην Αθήνα) |
"Ἡ ἔμφυτος τάσις τοῦ βλακός, ἐξικνουμένη συχνότατα εἰς ἀληθῆ μανίαν ὅπως ἀνήκῃ εἰς ἰσχυρὰς καὶ ὅσον τὸ δυνατὸν περισσοτέρας πάσης φύσεως ὀργανώσεις, ἐξηγεῖται πρώτον μὲν ἐκ τῆς εὐκολίας τῆς ἀγελοποιήσεως, εἰς ἣν μονίμως ὑπόκειται, λόγω ἐλλείψεως ἀτομικότητος (ἐξ οὗ καὶ τὸ μῖσος τοῦ κατὰ τοῦ ἀτόμου καὶ τοῦ ἀτομικισμοῦ), δεύτερον δὲ ἐκ τοῦ ἀτομικοῦ ζῳώδους πανικοῦ, ὑπὸ τοῦ ὁποίου μονίμως κατατρύχεται, ἐκ τοῦ δεδικαιολογημένου φόβου μήπως περιέλθη εἰς τὸ παντὸς εἴδους προλεταριάτον. Ἀποτελεῖ δὲ ἡ τάσις αὕτη ἀμάχητον σχεδὸν τεκμήριον περὶ τοῦ βαθμοῦ τῆς πνευματικῆς του ἀναπηρίας. Τοιουτοτρόπως δημιουργεῖται αὐτόματος συρροὴ βλακῶν εἰς τὰς πάσης φύσεως ὀργανώσεις, αἴτινες, ἐὰν μὲν εἶναι συμφεροντολογικαί, διατηροῦν τουλάχιστον τὴν σοβαρότητα τῶν συμφερόντων των, ἐὰν ὅμως εἶναι «πνευματικαί» περιέρχονται σὺν τῷ χρόνῳ εἰς πλήρη βλακοκρατίαν. [...] Ἂν ὁ βλὰξ καταφεύγει εἰς τὴν ἐπιτηδειότητα λόγω τῶν πενιχρῶν πνευματικῶν τοῦ μέσων ἐκ τῆς αὐτῆς ἐλλείψεως ἀνωτέρων πνευματικῶν μέσων ὠθεῖται καὶ πρὸς τὴν ἀπάτην. Ἀπάτη εἶναι ὡς γνωστὸν ἡ ἀποσιώπησις τῆς ἀληθείας ἢ ἡ παράστασις ψευδῶν πραγμάτων ὡς ἀληθῶν. Ἐξ αὐτοῦ τούτου τοῦ ὁρισμοῦ αὐτῆς συνάγεται ὅτι ἡ ἀπάτη δὲν ἀνάγεται εἰς τὴν εὐφυΐαν τοῦ ἀπατεῶνος, διότι πᾷς ἄνθρωπος δύναται νὰ παραστήσῃ ψευδῶς πράγματα ὡς ἀληθῆ καὶ αὐτὸς οὗτος ὁ βλάξ, ἀλλ᾿ εἰς τὴν εὐπιστίαν τοῦ θύματος. Ὅτι λοιπὸν καταφεύγει εἰς αὐτήν, ὡς διανοητικῶς εὐκολώτερον μέσον ὁ βλὰξ ἐπειδή, στερούμενος εὐφυΐας, εἶναι ἀνίκανος νὰ μεταχειρισθῇ ἔντιμα μέσα, εἶναι αὐτονόητον, διότι ἔντιμα μέσα ὡς δυσκολώτερα, χρησιμοποιεῖ μόνον ὁ κεκτημένος πραγματικὴν ἀτομικὴν ἀξίαν. Ἡ ἀντίληψις αὕτη προέρχεται ἐκ τῆς «θεωρίας» τοῦ βλακὸς περὶ τῆς εὐπιστίας. Εἰθισμένος ὁ βλὰξ νὰ «σκέπτεται» οὐχὶ διὰ τοῦ νοητικοῦ μηχανισμοῦ, ἀλλὰ διὰ χονδροειδῶν ἔξωθεν ἐντυπώσεων, δὲν ἐρευνᾷ τὰς αἰτιοκρατικὰς σχέσεις, ἀλλὰ περιορίζεται εἰς τὸ γεγονὸς μίας ἐπιτυχούσης ἀπάτης, γεγονὸς ἐξ οὗ καὶ μόνου συνάγει τὴν βλακείαν τοῦ θύματος καὶ τὴν εὐφυΐαν τοῦ ἀπατεῶνος."
Θεωρώ το απόσπασμα εξαιρετικά επίκαιρο ειδικώς, και το κείμενο του Λεμπέση διαχρονικό γενικώς. Απλώς αυτό τον καιρό, του εγκλεισμού στα σπίτια τους των πάσης φύσεως φραπεδόβιων ειδικολόγων της διπλανής πόρτας, μια βόλτα στα Ελληνικά social media μπορεί να το επιβεβαιώσει πέραν πάσης αμφιβολίας. Η προσπάθεια απάντων από την μία να δείξουν ότι είναι εξυπνότεροι, σπουδαιότεροι, πιο πλροφορημένοι, κλπ από τους υπόλοιπους, αφετέρου δε, να ανήκουν και να γίνονται αποδεκτοί ως τετοιοι έχει προκαλέσει ένα τσουνάμι βλακείας, ψέμματος, και γελοιότητας άνευ προηγουμένου. Συνομωσιολάγνες θεωρίες με τις οποίες δεν θα πειθόταν ούτε ανόητο παιδί βρίσκουν άμεσα θιασώτες, στρεψοδικίες και αγελοποίηση αναδεικνύουν κάθε μέρα τον λειτουργικό αναλφαβητισμό που διακατέχει την Ελληνική κοινωνία. Όπως λέει και σύγχρονη νεοελληνική παροιμία "Δεν είχαμε λιγότερους βλάκες παλιότερα, απλώς δεν είχαν τόσα μέσα για να εκτίθενται".
Ο Ευάγγελος Λεμπέσης γεννήθηκε το 1904 στο Μύτικα Χαλκίδας. Σπούδασε Οικονομικά, Νομικά και Ανθρωπιστικες Επιστημες στα Πανεπιστήμια της Φραγκφούρτης και του Παρισιού, καθώς και στην Ιταλία. Διορίστηκε καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο το 1931, ως καθηγητής κοινωνιολογίας. Εργάστηκε στην κρατική ραδιοφωνία, την Αγροτική Τράπεζα, το Υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης και ως αρθογράφος στον "Οικονομικό Ταχυδρόμο" και το περιοδικό "Εργασία". Συνέγραψε και εξέδωσε πλήθος βιβλίων, δοκιμίων, μελετών κ.λπ. Το πιο γνωστό από τα έργα του εμέλλετο να μείνει ένα μακροσκελές κείμενο του που δημοσιευτηκε στην "Εφημερίδα των Ελλήνων Νομικών" το 1941, υπό τον τίτλο "Ἡ Τεραστία Κοινωνικὴ Σημασία τῶν Βλακῶν ἐν τῷ Συγχρόνῳ Βίῳ", αποσπασμα του οποίου αναδημοσιεύω εδώ σήμερα.
Το κείμενο είναι γραμμένο σε αρχαΐζουσα καθαρεύουσα, την γλώσσα που συνήθιζαν οι νομικοί, δημόσιοι υπάλληλοι και άλλοι συναλλασόμενοι με το Κράτος και τα Ακαδημαϊκά ιδρύματα επιστήμονες να χρησιμοποιούν στον γραπτό λόγο μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '60 στην Ελλάδα, και, ως εκ τούτου, όχι ιδιαίτερα ευαβάγνωστο στο σύγχρονο κοινό. Με αυτή την σκέψη, οι εκδόσεις "Τα καλως κείμενα" το αναδημοσίευσαν το 2010 σε μορφή βιβλίου στα νέα ελληνικά (ISBN 978-960-99535-2-8), δείτε ΕΔΩ.
Στην αρχική μορφή του μπορείτε να το διαβάσετε ολόκληρο ΕΔΩ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου